Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου 2024

16 Φλεβάρη του 2020. Παρά την ψύχρα και τον αέρα σήμερα, αποφάσισα να κάνω μία πρωινή εξόρμηση στην πόλη. Ο ήλιος στέκει απτόητος ψηλά στο γαλάζιο καμβά του. Στόχος μου, τα περίφημα Αναφιώτικα. Όπως αφηγείται και η ιστορία τους, τα Αναφιώτικα πήραν το όνομα τους από την Ανάφη, ένα μικρό νησί, στο νοτιοανατολικό άκρο των Κυκλάδων. Κατά τα μέσα του 19ου αιώνα ο Όθωνας φέρνει στην Αθήνα τεχνίτες από την Ανάφη για να χτίσουν το βασιλικό παλάτι, έχοντας ακούσει εγκώμια για την τέχνη τους. Αυτοί, ύστερα, εγκαθίστανται στην Αθήνα και χτίζουν σπίτια παρόμοια μ’ αυτά τους νησιού τους, που τόσο νοσταλγούν. Τα σπιτάκια αυτά επιβίωσαν μέσα στο χρόνο και σήμερα έχουν ανακηρυχθεί μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς.

Κάνω μια βόλτα στην Πλάκα, στο Θησείο και ύστερα σιγά σιγά προσεγγίζω τα Αναφιώτικα. Ανηφορίζοντας αντικρίζω τον βράχο της Ακρόπολης να ορθώνεται περήφανος. Διακρίνω λευκά οικήματα που φέρνουν σ’ ένα μικρό κυκλαδίτικο οικισμό, να στέκονται στους πρόποδες του βράχου. Λες και τα πήρε της θάλασσας το κύμα και τα ξέβρασε ανέγγιχτα, εκεί, στην καρδιά της πόλης. Κάνοντας μια βόλτα στα οφιοειδή στενά τους, βλέπω ντόπιους κατοίκους, στην όψη διατηρημένους από μια άλλη εποχή, να ποτίζουν τα φυτά τους ,να πίνουν τον πρωινό τους καφέ με την θέα της Αθήνας ολόκληρης, στο πιάτο τους. Η βουκαμβίλιες ανθισμένες χρωματίζουν τους ασβεστωμένους τοίχους και εγώ σχεδόν μυρίζω την αρμύρα της θάλασσας. Τα δρομάκια και οι σκαλωσιές είναι χαρακτηριστικά βαμμένα λευκά, με περίτεχνες πινελιές γαλάζιου. Τα σοκάκια υποδεικνύουν στον περιπατητή κρυμμένες όψεις του οικισμού, εκφάνσεις που κρύβονται απ’ το αφελές μάτι, μπας και καταφέρουν να μείνουν παρθένες απ’ το άγγιγμα του σύγχρονου ανθρώπου. Θέλοντας να διατηρήσουν το νησιώτικο αεράκι που κάποτε φύσηξε και τους έδωσε πνοή και σχήμα. Που και που, πέφτω πάνω σε μικρά ασβεστωμένα, τρουλωτά εκκλησάκια τα οποία γεμάτα τουρίστες αναστενάζουν. Στην οδό Πρυτανείου ο Ναός του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά, χτισμένος κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, ορθώνεται ψηλός και καλοσχεδιασμένος (αξίζει μια επίσκεψη). Χωρίς να το καταλάβω, αγγίζω σιγά σιγά τον βράχο της Ακρόπολης, έχω πια φτάσει στην κορυφή του οικισμού. Από κάτω μου, τα Αναφιώτικα ήσυχα ξεκουράζονται μέσα στο καταμεσήμερο, με τον Παρθενώνα επικεφαλής. Αυτός σαν κάτι να τους ψιθυρίζει, ψελλίζει κάτι που αδυνατώ να καταλάβω.

Σηκώνοντας το κεφάλι μου από το φακό της κάμερας βλέπω την Αθήνα να λούζεται στο φως. Αισθάνομαι μια πληρότητα ανερμήνευτη να με κυριεύει. Οι κινήσεις των σχημάτων αργόσχολες και αβίαστες γύρω. Η εικόνα ενός καταγάλανου πελάγου και αυτή των αμέτρητων πολυκατοικιών εναλλάσσονται στα μάτια μου. Βλέπω ένα καϊκάκι να λύνεται και να αποπλέει μόνο του νωχελικά. Τρέχω να το προλάβω αλλά, το χάνω δια μαγείας…Μα πως ; Ήμουν τόσο κοντά ! Κοιτάω απάνω και ο βράχος μου υπενθυμίζει πού πατάω. Χαμογελάω νοσταλγικά και χάνομαι ξανά στα σοκάκια.

Όπως προαναφέρθηκε, τα Αναφιώτικα έχουν ανακηρυχθεί μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς και αποτελούν σαφώς τουριστική ατραξιόν για πλήθη τουριστών και εν γένει επισκεπτών κάθε χρόνο. Σημαντικό είναι βέβαια, να έχουμε υπ’ όψη μας πώς παρά την πολιτισμική αξία που κατέχουν, τα Αναφιώτικα είναι μια απλή γειτονιά που για δεκαετίες στεγάζει έναν μικρό αριθμό κατοίκων. Οι κάτοικοι αυτοί, το 2019, έκαναν αίτημα περιορισμού της επισκεψιμότητας της γειτονιάς τους από τα ατέρμονα πλήθη επισκεπτών, για ευνόητους λόγους. Αν λοιπόν ποτέ (ξανα)επισκεφθούμε την εξέχουσας ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας συνοικία των Αναφιώτικων, κατά την επίσκεψή μας να λειτουργήσουμε με σεβασμό και στοιχειώδη διακριτικότητα προς συνάμα τους κατοίκους και την τόσο συναρπαστική συνοικία τους.

(Μας διαβάζετε κυρία Καφετζάκη ; )

Βασίλης Διαμαντόπουλος Α’1

Μερικές από τις φωτογραφίες που τράβηξα κατά την διάρκεια της περιήγησής μου :

Αφήστε μια απάντηση