Μια κατάδυση στα νερά των ελληνικών θαλασσών είναι κάτι παραπάνω από συναρπαστική. Στα βαθιά κρυστάλλινα νερά κρύβεται ένας υποβρύχιος παράδεισος γεμάτος από χρώματα, σπαρμένος από υπέροχους κήπους γεμάτους σφουγγάρια, ανεμώνες και πολύχρωμα ψάρια . Ανἀμεσά τους και τα πανέμορφα κοράλλια.

Στις ελληνικές θάλασσες  το χαρακτηριστικό είδος κοραλλιού είναι οι γοργονίες. Κάθε γοργονία είναι μια αποικία πολλών μικρών ανθόμορφων πολυπόδων που συμβιώνουν σε έναν κοινό ασβεστολιθικό σκελετό. Πρόκειται για μικροσκοπικούς αυτόνομους οργανισμούς που ο καθένας έχει την μορφή λουλουδιού και γι’ αυτό ονομάζονται ανθόζωα. Τα κοράλλια επομένως δεν είναι φυτά, όπως λανθασμένα πιστεύουν πολλοί.

Τα κοράλλια αναπτύσσονται με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Μάλιστα το κόκκινα κοράλλια για να φτάσουν σε μέγεθος 40 εκατοστών χρειάζονται περισσότερα από 80 χρόνια.

Αποικίζουν σε σημεία των υφάλων όπου τα ρεύματα της θάλασσας είναι ισχυρά, για να παγιδεύουν τα θρεπτικά συστατικά με τα οποία τρέφονται, όπως το πλαγκτόν και σωματίδια της νεκρής οργανικής ύλης, τα οποία και μεταφέρονται από τα ρεύματα. Τα χρώματά τους είναι λευκό, ροζ, μπλε και κίτρινο ενώ τα είδη με εμπορική αξία είναι το κόκκινο και το μαύρο. Τα κλαδιά τους μπορούν να φτάσουν το μισό μέτρο αν και κάποια είδη μπορούν να φτάσουν μέχρι και το ένα μέτρο και αποτελούν ένδειξη ότι η θάλασσα εκεί είναι καθαρή.

Οι γοργονίες είναι φωτόφοβα πλάσματα αποφεύγουν δηλαδή το πολύ φως με αποτέλεσμα στα διαυγή νερά των ελληνικών θαλασσών να ζουν σε μεγάλα βάθη της τάξης των 25 μέτρων και πάνω, όπου δηλαδή δεν υπάρχει πολύ φως.Η πρώτη καταγραφή των κοραλλιών στα ελληνικά νερά έγινε από την ομάδα του διάσημου γάλλου ωκεανογράφου Ζακ Υβ Κουστώ. Έκτοτε, καμία αρμόδια υπηρεσία δεν ασχολήθηκε με το θέμα των κοραλλιών αυτών συστηματικά.

Δυστυχώς, οι επιστήμονες κρούουν των κώδωνα του κινδύνου καθώς οι συνθήκες διαβίωσής τους είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Αρχικά τα κοράλλια, όντας ιδιαίτερα ευαίσθητα, είναι έρμαια των καταστροφικών συνεπειών της ρύπανσης των θαλασσών και των κλιματικών αλλαγών. Συγκεκριμένα, οι υψηλές θερμοκρασίες των θαλασσών έχουν ως συνέπεια να αποχρωματίζεται ο σκελετός τους, καθιστώντας τα ιδιαίτερα ευάλωτα στους θηρευτές τους. Επίσης συχνά άγκυρες, πετονιές, δίχτυα ψαρέματος και άλλα αλιευτικά εργαλεία μπλέκονται ανάμεσα στα κλαδιά τους, σπάζοντας τα και προκαλώντας ανεπανόρθωτες καταστροφές σε αυτό το μοναδικό και πανέμορφο οικοσύστημα.  Τέλος ορισμένοι δύτες (οι λεγόμενοι κοραλλάδες ) με κίνδυνο της ζωής τους εξαιτίας του μεγάλου βάθους των καταδύσεων, καταστρέφουν αυτόν τον παράδεισο κόβοντας τα κοράλλια για να τα πουλήσουν ως διακοσμητικά και κοσμήματα καθώς ένα κοράλλι μπορεί να πουληθεί μέχρι και 300 ευρώ το κομμάτι. Παρά τις καταστροφές όμως που επιφέρουν αυτοί οι δύτες, το κράτος συνεχίζει να εκδίδει άδειες αλίευσης των κοραλλιών καθιστώντας νόμιμη την καταστροφή των οικοσυστημάτων. Τέλος ένας ακόμη κίνδυνος είναι η λαθραλιεία.  


Υπολογίζεται ότι πάνω από το 90% των κοραλλιογενών υφάλων παγκοσμίως θα κινδυνέψει με εξαφάνιση μέχρι το 2050, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για την προστασία τους, (όπως προειδοποιεί η Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας των ΗΠΑ.)Κρίνεται λοιπόν επιτακτική η ανάγκη λήψης μέτρων για τη διαφύλαξη των κοραλλιών.

Παρόλα αυτά πολλοί υποστηρίζουν ότι η προστασία των κοραλλιών αποτελεί σπατάλη δημοσίων πόρων καθώς τα κοράλλια δεν αποφέρουν κάποιο οικονομικό όφελος, κάτι το οποίο δεν είναι αληθές. Συγκεκριμένα περισσότεροι από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι εξαρτώνται οικονομικά από τους κοραλλιογενείς υφάλους, οι οποίοι αποκαλούνται από πολλούς ως «τροπικά δάση των ωκεανών». Κι αυτό διότι πολλά είδη ψαριών χρησιμοποιούν τους υφάλους ως καταφύγιο αλλά και για την εύρεση της τροφής τους με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ψάρια που είναι διαθέσιμα για αλιεία. Ταυτόχρονα, όπου υπάρχουν κοράλλια η τοπική οικονομία αναπτύσσεται σε μεγάλο βαθμό με τη δημιουργία καταδυτικών κέντρων, ξενοδοχείων και εστιατορίων καθώς οι περιοχές αυτές αποτελούν πόλο έλξης μεγάλου αριθμού αυτοδυτών που επιθυμούν να δουν από κοντά αυτό το πανέμορφο δημιούργημα της φύσης.