Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024

Μάρκος Ρενιέρης: «Ήθελα να είμαι αυστηρός, αλλά δεν μπορούσα, με τσιγκλούσε μέσα μου το πειρακτήρι.»

Συνέντευξη στους μαθητές: Γεωργάρα Σέργιο και Λέκα Σοφία

Ο Μάρκος Ρενιέρης, γεννημένος το 1958, υπήρξε καθηγητής επί πολλά έτη στην Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης. Αποφοίτησε από την Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon – Sorbonne στο τμήμα βυζαντινών και μεταβυζαντινών σπουδών, με διετή υποτροφία και με διευθύντρια σπουδών την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ. Γνωρίζει τέσσερις ξένες γλώσσες και έχει διδάξει συνολικά σε 9 σχολεία και φροντιστήρια συμπεριλαμβανομένου και του Γυμνασίου και Λυκείου της Ευαγγελικής Σχολής. Τέλος, έχει εργαστεί στην Βουλή και στο Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας (Κ.Ε.Ε.). Συνταξιούχος πλέον, ο κ. Ρενιέρης, δέχτηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις μας, όσον αφορά στις εμπειρίες που έχει αποκομίσει από τη μαθητική ζωή του, τις εμπειρίες του ως εκπαιδευτικός αλλά και από τη ζωή του γενικότερα, μεταφέροντας συναισθήματα και απόψεις για τις οποίες ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους μαθητές του.

Πώς αποφασίσατε να γίνετε καθηγητής και τι θέλατε να γίνετε όταν ήσασταν μικρός;

Από την Α΄ Γυμνασίου ήθελα να γίνω καθηγητής, επηρεασμένος και από μία καθηγήτρια, η οποία εκείνη τη χρονιά μας δίδασκε Αρχαία, καθώς και έναν φιλόλογο που μας δίδασκε Ιστορία. Στην Γ’ Γυμνασίου, επηρεασμένος από μία δικαστική τηλεοπτική σειρά, άρχισα να σκέφτομαι τη Νομική ως επιλογή, με στόχο να γίνω εισαγγελέας, αλλά το ξεπέρασα και αποφάσισα οριστικά στη, Δ’ Γυμνασίου, ότι θα πάω στη Φιλοσοφική. Η δεύτερή μου επιλογή ήταν να γίνω αστρονόμος, γιατί ως παιδί του δημοτικού  έβλεπα διάφορα κινηματογραφικά έργα επιστημονικής φαντασίας, με εξωγήινους, και μου άρεσαν, αλλά έπρεπε να έχω και τις προϋποθέσεις, οι οποίες όμως δεν υπήρχαν, καθώς δεν ήμουν καλός στα μαθηματικά ούτε στη φυσική, οπότε ήταν μία επιλογή την οποία εγκατέλειψα πάρα πολύ γρήγορα.

Πώς γεννήθηκε η αγάπη σας για την Ιστορία;

Διάβαζα από μικρός ένα περιοδικό που λεγόταν «Ιστορία», το οποίο εκδίδεται μέχρι και σήμερα, σε μηνιαία τεύχη. Όταν πήγαινα στη Δ΄ Δημοτικού θυμάμαι να πηγαίνω μαζί με τον πατέρα μου στο ψιλικατζίδικο, που ήταν κοντά στη δουλειά του, για να το αγοράσω. Από αυτό το περιοδικό άρχισα να μαθαίνω Ιστορία και έχω ακόμα στην βιβλιοθήκη μου όλα τα τεύχη, τουλάχιστον των πρώτων 15 χρόνων, τα πρώτα εκ των οποίων πλέον καθίστανται δυσεύρετα.

Πώς θεωρείτε ότι πρέπει να διδάσκεται η Ιστορία, ποιο ήταν το αγαπημένο και το λιγότερο αγαπημένο σας μάθημα ως εκπαιδευτικός;

Πιστεύω ότι για να είναι ένας καθηγητής καλός στην διδασκαλία της Ιστορίας πρέπει να έχει δύο πράγματα. Αρχικά, καλή αφήγηση, για να προξενεί το ενδιαφέρον των μαθητών να τον παρακολουθήσουν, η οποία θα συνοδεύεται με σημειώσεις στον πίνακα (ορολογίες, χρονολογίες, πρόσωπα) αλλά και εικόνες, κάτι που αντιλαμβανόμουν ως μαθητής από τα ντοκιμαντέρ που παρακολουθούσα στην τηλεόραση. Έτσι σκέφτηκα, εφόσον μου δινόταν η δυνατότητα μέσω των διαδραστικών πινάκων, να προβάλω εικόνες, συνοδεύοντας την διδασκαλία της ύλης, ώστε τα λεγόμενά μου να γίνονται πιο σαφή. Πηγή έμπνευσής μου αποτέλεσε επίσης ένας καθηγητής, τον οποίο αν και δεν είχα, άκουγα από τις άλλες τάξεις, που έφερνε πικ-απ προκειμένου να κάνει το μάθημα πιο διαδραστικό και από τη διπλανή αίθουσα ακούγονταν φωνές πολιτικών ηγετών. Ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός και στην εμπέδωση από τους μαθητές. Για τους παραπάνω λόγους, συνδυασμένους με την αγάπη μου για το αντικείμενο, η Ιστορία αποτελούσε τον αγαπημένο μου τομέα διδασκαλίας ως εκπαιδευτικός, σε αντίθεση με την λογοτεχνία, στην οποία προετοιμαζόμουν αρκετά από τις προηγούμενες ημέρες, ώστε να είναι επαρκής και κατανοητή η προσφερόμενη γνώση.

Ποιος είναι ο λόγος διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στα σχολεία;

Υπάρχει πληθώρα λεξιλογίου που προέρχεται από την αρχαία γλώσσα, γραμματικοί τύποι οι οποίοι δεν συναντώνται στη δημοτική και μόνο μέσω αυτών καθίσταται δυνατή η κατανόησή τους. Επιπλέον η αρχαία γλώσσα βοηθά και στην ορθή χρήση της καθομιλουμένης. Συμβάλλει ακόμη στην κατανόηση του συντακτικού, το οποίο βασίζεται στη λογική.

Πώς θεωρείτε ότι έχει αλλάξει η γλώσσα στο πέρασμα των χρόνων, πώς παρερμηνεύεται η σημασία αυτής και πως την επηρεάζουν οι γλωσσολόγοι;

Η γλώσσα που χρησιμοποιείται στην εποχή μας, η δημοτική, αποτελεί, σε αντίθεση με την καθαρεύουσα, μία προφορική γλώσσα. Η δεύτερη προσφέρει πιο σύνθετο λεξιλόγιο, καλύτερη και πιο πολύπλοκη σύνθεση προτάσεων, σημαίνει έναν άνθρωπο με καλύτερη εκπαίδευση ο οποίος μπορεί να φτιάχνει λέξεις. Η δημοτική, αντιθέτως, καθίσταται γλώσσα εντελώς προφορική, οι εξαιρέσεις της γραμματικής είναι αδύνατο να απομνημονευθούν, αφού είναι πολυάριθμες, είναι εύκολο κάποιος να «χαθεί». Η νεότερη γραμματική μπερδεύει τους μαθητές, καθώς για το ίδιο φαινόμενο μαθαίνουν διαφορετική ορολογία, στην αρχαία και τη δημοτική. Οι ορολογίες σήμερα σε μία από τις πιο διαδεδομένες γραμματικές, έχουν αλλάξει χωρίς λόγο, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απουσία την κλίσεων. Στο αντίστοιχο δε λεξικό, κάποιες σημασίες, κυρίως λόγω πολιτικών αιτίων, έχουν αλλοιωθεί. Για παράδειγμα, μόνο σε αυτό, η λέξη φόβος αποκτά την ερμηνεία του σεβασμού, σε όλα τα υπόλοιπα λεξικά, ο φόβος είναι φόβος. Η αλλαγή αυτή έγινε σκόπιμα, βασιζόμενη σε εκκλησιαστικές φράσεις, όπως «η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα», «μετά φόβου και πίστεως», οι οποίες πλέον δεν γίνονται ανεκτές με την αρχική τους σημασία.

Ποιες ήταν οι σχέσεις σας με τον σύλλογο διδασκόντων, γιατί ήρθατε στην Ευαγγελική και πώς ήταν το εργασιακό περιβάλλον εκεί;

Τα έτη 2008 – 2010 ο σύλλογος διδασκόντων ήταν εξαιρετικός και το κλίμα αυτό δημιουργούσε επιθυμία συναναστροφής με τους συναδέλφους και προσέλευσης στον εργασιακό μας χώρο. Σημαντική για τη λειτουργία του σχολείου είναι η ομαλή συμβίωση και συνεργασία των καθηγητών.  Η Ευαγγελική ως εργασιακό περιβάλλον ήταν από τα καλύτερα, ακόμη και όταν υπήρχαν συγκρούσεις. Ήμουν ευτυχής που τελείωσα τη θητεία μου στην Ευαγγελική.

Είχατε κάποιον φόβο όσον αφορά τη δουλειά σας και πώς αυτός επηρέασε τη συμπεριφορά σας;

Μία μεγάλη μου φοβία, η οποία με ταλαιπωρούσε χρόνια στα όνειρά μου, ήταν αυτή της επιβολής ησυχίας μέσα στην τάξη. Πάντα είχα τον φόβο ότι δεν μπορώ να επιβάλλω μια ατμόσφαιρα ησυχίας μέσα στην τάξη και στα όνειρά μου έβλεπα συχνά ότι μιλάω και δεν με ακούει κανένας, ή ότι αντιμετωπίζω επιθετική συμπεριφορά, ενδεχομένως επηρεασμένος και από τα ακούσματά μου όσον αφορά τις συνθήκες στα άλλα σχολεία. Τον φόβο μου αυτόν τον αντιμετώπισα εν μέρει σε ένα λύκειο στον Πειραιά. Εξαιτίας αυτού, ήθελα να είμαι αυστηρός, όπως ήταν και οι δικοί μου καθηγητές, αλλά δεν μπορούσα, καθώς με τσιγκλούσε μέσα μου το πειρακτήρι, είχα μία έμφυτη τάση να πειράζω τον κόσμο και αυτό ήταν εις βάρος της σοβαρότητας.

Πώς κρίνετε το εκπαιδευτικό σύστημα σήμερα καθώς και τον θεσμό των Πανελληνίων;

Θεωρώ ότι τα εξάωρα και τα επτάωρα είναι αντιπαιδαγωγικά. Στα μαθητικά μου χρόνια, το ωράριο μεγάλωνε ανάλογα με την ηλικία μας. Στην έκτη Γυμνασίου είχαμε μόνο εξάωρα, στην πέμπτη Γυμνασίου είχαμε πεντάωρα και αντίστοιχα. Τώρα επειδή η ύλη είναι μεγάλη από την Α’ Γυμνασίου έχετε επτάωρα. Όσον αφορά τις Πανελλήνιες, θεωρώ ότι στην πράξη έχουν καταργηθεί, γιατί έχουν ανοίξει τόσα τμήματα που και 5 να γράψεις κάπου θα περάσεις, αν και για να περάσεις εκεί που θες υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός. Όσον αφορά τις θεωρητικές επιστήμες, οι φοιτητές μπαίνουν με πολύ ελλιπείς γνώσεις. Φίλοι μου που διδάσκουν στο Πανεπιστήμιο μου το έχουν αναφέρει, αλλά το παρατήρησα κι εγώ στους φοιτητές που έκαναν δειγματική. Αν υπήρχε αντικειμενική βαθμολόγηση από το Δημοτικό ακόμη, μέχρι και το Λύκειο, οι Πανελλήνιες θα μπορούσαν να καταργηθούν. Σε αυτή την περίπτωση θα γινόταν αίτηση από τους μαθητές, θα πήγαινε το απολυτήριο στις αντίστοιχες σχολές και θα ήταν γνωστό ότι η βαθμολόγηση είναι αντικειμενική. Θεωρώ επίσης ότι πρέπει να επανέλθει το παλαιό σύστημα, με το οποίο μπήκα εγώ. Δίναμε τον Σεπτέμβριο, τα ίδια μαθήματα και τον ίδιο αριθμό μαθημάτων, αλλά η ύλη ήταν ό,τι είχε και δεν είχε διδαχθεί στο σχολείο. Έτσι αποκτούν οι μαθητές περισσότερες γνώσεις και είναι σε καλύτερη θέση για να μπορούν να παρακολουθήσουν πανεπιστημιακού επιπέδου μαθήματα, ενώ τώρα στα Πανεπιστήμια κάνουν αυτά που κάναμε εμείς στην πέμπτη και την έκτη Γυμνασίου.

Τι σας λείπει περισσότερο από τη δουλειά σας;

Η πλάκα που έκανα στα παιδιά. Μου άρεσε να τα πειράζω ή να παίρνω το σοβαρό ύφος και να λέω χαζομάρες για να δω πώς θα αντιδράσουν. Αφού οι μεγαλύτεροι, επειδή έβλεπαν τους μικρούς της πρώτης ψαρωμένους, μου έλεγαν: «μα καλά τώρα αυτοί σας φοβούνται;» Οι άλλοι πια με είχανε μάθει.

Τι θα συμβουλεύατε σήμερα τους μαθητές;

Δεν θέλω να πω τα τετριμμένα: «να κάτσεις να διαβάσεις κ.τ.λ.» Όχι. Εντάξει το θεωρώ αυτονόητο ότι θα διαβάσετε. Μου αρέσει στην εποχή σας που κρατάτε παρέες πάντως. Η συμβουλή μου είναι  να κρατήσετε τις παρέες σας. Εμένα μου λείπουν οι παρέες που είχα στο Γυμνάσιο, δεν έχουμε κρατήσει επαφές παρά με λίγους, αλλά βλέπω ότι εσείς τις κρατάτε τις παρέες ως σύνολο για πολλά χρόνια. Αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Ίσως γιατί μου έλειπε και εμένα ως μαθητής. Δηλαδή εγώ βλέπω δύο, τρείς συμμαθητές μου όλους και όλους από τα παλιά. Και ένας – δυο έχουν πεθάνει κιόλας. Πέθαναν πρόωρα. Εσείς βλέπετε σχεδόν όλο το τμήμα.

Κάτι που ακολουθείτε εσείς ως αρχή;

Να έχω αίσθηση δικαίου. Ίσως γιατί αυτό μου είπε εμμέσως ο πατέρας μου. Βασικά μάλλον μου το έδειξε, ποτέ δεν τον άκουσα να μου το λέει. Δηλαδή ότι αυτό που προέχει στις πράξεις σου είναι να έχεις την αίσθηση ότι αυτό που κάνεις είναι δίκαιο για τους άλλους. Και ότι προέχει το συμφέρον των πολλών από το συμφέρον των λίγων. Το έχω ακολουθήσει περισσότερο αυθόρμητα, επειδή απλά έτσι μεγάλωσα. Λέω ότι εμένα δεν με συμφέρει αυτό, αλλά συμφέρει τους περισσότερους οπότε πρέπει να γίνει έτσι.

Θα προτείνατε σε ένα παιδί να γίνει εκπαιδευτικός;

Εγώ δεν θα το έκανα. Γιατί δεν μου αρέσει ο τρόπος που γίνονται τα μαθήματα, δεν μου αρέσουν τα αντικείμενα έτσι όπως είναι γραμμένα στα βιβλία και δεν μου αρέσει η ατμόσφαιρα μέσα στα σχολεία. Κυρίως στα Λύκεια. Εντάξει, μπορεί να είμαι και λίγο υπερβολικός αλλά θα το σκεφτόμουν πολύ πριν το αποφασίσω. Και πέραν των άλλων υπάρχει και το πρόβλημα της επαγγελματικής αποκατάστασης. Θυμάμαι ότι όταν πήγα στην Α΄ Γυμνασίου το είχα ήδη αποφασίσει ότι θα πάω φιλοσοφική. Ήθελα να κάνω αυτό. Τώρα θα το αποφάσιζα με πολύ μεγαλύτερη δυσκολία και σε μεγαλύτερη τάξη. Εμένα μου άρεσε που ήμουν με παιδιά, μου άρεσε που δίδασκα, μου αρέσει να μεταφέρω γνώση. Αλλά να πιάνει και τόπο. Θα το σκεφτόμουνα πολύ σοβαρά ώστε να το ξανακάνω.